- πετροκαλαμήθρα
- η, Ν1. πυξίδα2. μαγνήτης.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πετροκαλαμήθρα — η 1. είδος πρωτόγονης πυξίδας. 2. γενικά ο μαγνήτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)